Με τον ορισμό οίδημα εννοούμε την διόγκωση μιας περιοχής του σώματος που προκαλείται από αύξηση του υγρού στο διάμεσο χώρο και μπορεί να γίνει αντιληπτή με την όραση ή την αφή. Το λεμφοίδημα είναι ένα λεμφοστατικό οίδημα πλούσιο σε λευκώματα(πρωτείνες). Οι αιτίες πρόκλησης του μπορεί να είναι:
1) η ανεπαρκής παροχέτευση του μεσοκυττάριου λεμφικού υγρού μέσω ενός υγιούς συστήματος λόγω αυξημένης παραγωγής λέμφου και
2) η ανεπαρκής παροχέτευση του μεσοκύτταριου λεμφικού υγρού παρά την φυσιολογική παραγωγή λέμφου, λόγω νοσηρότητας των λεμφαγγείων.
Το λεμφοίδημα ταξινομείται σε πρωτοπαθές και δευτεροπαθές:
Το πρωτοπαθές λεμφοίδημα οφείλεται σε υποπλασία ή εκτασία των λεμφαγγείων, συγγενούς προέλευσης με άγνωστη αιτιολογία. Μπορεί να καταλαμβάνει τμηματικά το ένα ή και τα δύο κάτω άκρα ή καθολικά, με προτίμηση σε νεαρές γυναίκες. Διακρίνεται στον πρώιμο τύπο(praecox) με εμφάνιση πριν το 35ο έτος της ηλικίας και στον όψιμο(tardum) μετά το 35ο έτος της ηλικίας.
Eξελίσσεται από το στάδιο της λανθάνουσας κατάστασης(στάδιο Ι), σε ήπια κλινική εκδήλωση με υποχώρηση μετά την κατάκλιση(στάδιο ΙΙ). Το επόμενο κλινικό στάδιο εμφανίζεται με την πάροδο του χρόνου στο οποίο το οίδημα γίνεται μόνιμο και δεν υποχωρεί με την κατάκλιση της νύχτας λόγω ίνωσης(στάδιο ΙΙΙ), ενώ το τελικό στάδιο είναι η ελεφαντίαση(στάδιο ΙV).
Κλινικά το πρωτοπαθές λεμφοίδημα ταξινομείται σε σποραδικό λεμφοίδημα που παρουσιάζει υποπλασία των λεμφαγγείων κατά προτίμηση σε γυναίκες προεφηβικής ηλικίας στην αρχή στο ένα άκρο και στην συνέχεια και στα δύο. Άλλος τύπος είναι το οικογενές συγγενές λεμφοίδημα(τύπου Νοnne-Milroy), εμφανίζεται συχνά με την γέννηση ή μεταγενέστερα στο ένα ή και τα δύο κάτω άκρα. Τέλος έχουμε το συγγενές λεμφοίδημα που εμφανίζεται στην προεφηβική ηλικία(praecox) ή αργότερα (tardum) και καταλαμβάνει ολόκληρο το άκρο ενώ στο 50% των περιπτώσεων παρουσιάζεται και στα δύο άκρα.
Το δευτεροπαθές λεμφοίδημα οφείλεται σε γνωστά αίτια που εμφανίζονται στο ένα άκρο μετά το 35ο έτος της ηλικίας ενώ προσβάλλει άνδρες και γυναίκες το ίδιο. Τα αίτια που το προκαλούν είναι το τραύμα, η νεοπλασία, η φλεγμονή, τα παράσιτα καθώς και η φλεβική ανεπάρκεια.
Οι παράγοντες που επιβαρύνουν τα λεμφοιδήματα και την πρόγνωση τους είναι:
1. Τα τραύματα που προκαλούν παράγοντα πρόκλησης ενός λανθάνοντος πρωτοπαθούς λεμφοιδήματος
2. Η μυκητίαση που ευνοεί την είσοδο μικροβίων και την πρόκληση ερυσίπελας.
3. Ορμονικοί παράγοντες όπως η αύξηση της προγεστερόνης κατά το δεύτερο ήμισυ του γυναικείου κύκλου και τα αντισυλληπτικά χάπια.
4. Η θερμοκρασία που προκαλεί διάταση των λεμφαγγείων με στάση και επιδείνωση του λεμφοιδήματος.
5. Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης το επάγγελμα (όρθια ή καθιστική θέση), τα ρούχα και παπούτσια που φοράμε να μην είναι στενά καθώς και η παχυσαρκία.Οι επιπλοκές που μπορεί να προκαλέσει το λεμφοίδημα είναι το ερυσίπελας(φλεγμονή του δέρματος και του υποδορίου ιστού) που προκαλείται συνήθως από στρεπτόκοκκο με παρουσία ρίγους, υψηλού πυρετού, εφίδρωση, ερυθρότητα του δέρματος και οίδημα του άκρου. Τα λεμφικά συρίγγια(αυτόματα ή μετατραυματικά) που χρήζουν αντιβίωσης και περίδεσης του άκρου, η λεμφοστατική θηλωμάτωση και υπερκεράτωση που παρουσιάζει δερματικές επιπλοκές στα δάχτυλα και την ραχιαία επιφάνεια του άκρου πόδα. Τέλος έχουμε το σύνδρομο Stewart-Treves όπου εμφανίζεται σε χρόνια παραμελημένα λεμφοιδήματα και προκαλεί υψηλής κακοήθειας αγγειοσάρκωμα.